- στωική σχολή
- Μία από τις σημαντικότερες τάσεις της φιλοσοφίας των ελληνιστικών χρόνων. Ως σχολή ιδρύθηκε τον 3o αι. π.Χ. από τον Ζήνωνα τον Κιτιέα σε μια στοά της Αθήνας που λεγόταν Ποικίλη Στοά (από όπου πήρε και το όνομά της). Η στωική φιλοσοφία παρουσιάζεται από την αρχή χωρισμένη σε τρία μέρη: λογική, φυσική και ηθική. Η λογική ταυτίζεται με τη διαλεκτική, δηλαδή με την επιστήμη του συνεπούς λόγου, που μόνο κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις μπορούμε να τον θεωρήσουμε αληθινό. Βάση των γνώσεων μας είναι οι παραστάσεις, τις οποίες μπορούμε να δεχτούμε ή να απορρίψουμε. Υπάρχουν όμως μερικές παραστάσεις τόσο εμφανείς, ώστε επιβάλλουν την αποδοχή τους: είναι οι λεγόμενες «καταληπτικές παραστάσεις», σταθερά και ασφαλή κριτήρια της αλήθειας. Η φυσική είναι όλη συνάρτηση της κεντρικής ιδέας κατά την οποία ο κόσμος είναι αναγκαίος, λογικός και συγκροτημένος σύμφωνα με ένα σχέδιο θείας πρόνοιας: ταυτίζεται με τον ίδιο τον θείο «Λόγο» και ρυθμίζει τη διάρκειά του με μια περιοδική σειρά «εκπυρώσεων», κατά τις οποίες ο κόσμος ξαναγυρίζει στο πυρ από το οποίο έχει προέρθει. Στη διαδοχή αυτών των κύκλων εκδηλώνεται έτσι ένας μοιραίος νόμος, που κυριαρχεί σε όλα τα γεγονότα και που, αν ο άνθρωπος μπορούσε να τον γνωρίζει τελείως, θα του ήταν δυνατό να προβλέψει όλο το μέλλον. Η ηθική εξαρτιέται από τη φυσική: καθήκον του σοφού είναι να προσαρμοστεί με τις θελήσεις της μοίρας και της θείας πρόνοιας. Οφείλει επομένως να έχει γνώσεις και να ζει σύμφωνα με τη φύση, δηλαδή σύμφωνα με τη λογική, απορρίπτοντας καθετί που δεν είναι λογικό (απάθεια): από εδώ πηγάζουν η παγκοσμιότητα και ο κοσμοπολιτισμός, γιατί ο σοφός είναι πολίτης του κόσμου. Όποιος δεν είναι λογικός, είναι τρελός, γιατί ζει παρά φύσιν: δεν υπάρχουν διάμεσες δυνατότητες. Διάδοχος του Ζήνωνα στη διεύθυνση της σχολής ήταν ο Κλεάνθης από την Άσσο της Τρωάδας, που προσπάθησε να διατηρήσει ακλόνητη τη διδασκαλία του δασκάλου του εναντίον των παρεκκλίσεων των μαθητών εκείνων, όπως ο Αρίστων ο Χίος και ο Ήριλλος από την Καρχηδόνα, που έτειναν να εγκαταλείψουν πολλές από τις διδασκαλίες του Ζήνωνα, για να ταυτίσουν το στωικισμό με τις κυνικές θεωρίες και αντιλήψεις. Στο μεταξύ ο στωικισμός έγινε ο κύριος στόχος της πολεμικής της Μέσης Ακαδημίας, που είχε τάσεις σκεπτικισμού: στην προσπάθεια υπεράσπισης των θεωριών της σχολής διακρίθηκε ο Χρύσιππος ο Σολεύς, που για το λόγο αυτό ονομάστηκε δεύτερος ιδρυτής της σχολής. Με αυτόν κλείνει η πρώτη φάση της ζωής της σχολής (ο λεγόμενος «αρχαίος στωικισμός»). Τη δεύτερη φάση («μέσος στωικισμός») τη λαμπρύνουν κατά τον 2o και τον 1o αι. π.Χ. τα ονόματα του Παναίτιου και του Ποσειδωνίου, με τους οποίους ο στωικισμός επηρέασε βαθύτατα τη ρωμαϊκή σκέψη, με την οποία είχε έρθει σε επαφή μέσω του Διογένη του Βαβυλώνιου, που είχε συμμετάσχει στην περίφημη πρεσβεία του 155 π.Χ. μαζί με τον ακαδημαϊκό Καρνεάδη και τον περιπατητικό Κριτόλαο. Ο μέσος στωικισμός χαρακτηρίζεται από μια εκλεκτική επανάληψη των ακαδημαϊκών και περιπατητικών αντιλήψεων και μια χαλάρωση των αυστηρότερων ηθικών θεωριών του αρχαίου στωικισμού. Η τελευταία φάση του στωικισμού αντιπροσωπεύεται από το λεγόμενο «ρωμαϊκό στωικισμό», εκπροσωπούμενο από το Σενέκα, τον Επίκτητο και τον Μάρκο Αυρήλιο, που στράφηκε σχεδόν αποκλειστικά σε ηθικές σκέψεις και σ’ ένα ιδεώδες σωφροσύνης, αποτελούμενο από ανδροπρεπή ανεκτικότητα και γαλήνια εγκαρτέρηση.
Dictionary of Greek. 2013.